Αν σέβεσαι και περιποιείσαι τη γη, εκείνη σαν τρυφερή μητέρα σε παίρνει στην αγκαλιά της, όταν έρθει το βράδυ σου. Κι αν ο νους και η καρδιά σου είναι στραμμένα στον ουρανό, εκείνος πανηγυρίζει, όταν περάσεις τις πύλες του. Κι αν είσαι σκυμμένος πάνω στον πόνο των ανθρώπων, και κρυφά φροντίζεις τις πληγές τους, παραμένεις εκεί, στον απρόσβλητο χώρο της καρδιάς τους, όπου κλέπτης δεν εισβάλλει και σκουριά δεν αφανίζει.

Αυτός ήταν ο γέρων Χριστόδουλος που αναχώρησε προχθές στα ογδόντα ένα του χρόνια, Καθηγούμενος της μονής Κουτλουμουσίου, ένας παγκόσμιος άνθρωπος, μια αέναη συγχώρηση. Η λεπτή του συνείδηση σε βοηθούσε να βλέπεις αυτά που δεν μπορούν να δουν τα αδούλευτα μάτια. Το νεανικό του φρόνημα σου άνοιγε ορίζοντες άγνωστους στα κουρασμένα μυαλά. Η επιμονή του στην αγάπη, ακόμη κι όταν αυτό δεν φαινόταν να καρποφορεί, σε έκανε να αγανακτείς.

Σε μάθαινε τι σημαίνει άνθρωπος. Σου έδειχνε τι σημαίνει το ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος, μοιράζοντας φως σε δικαίους και αμαρτωλούς. Ένα ήταν πάντα το ζητούμενο για εκείνον, πως θα σωθεί ο αδελφός, ο ελάχιστος αδελφός του Κυρίου, όχι πως θα κριθεί ή θα τιμωρηθεί ή θα φορτωθεί βάρη δυσβάσταχτα. Η ποιμαντική του ράβδος δεν ήταν σύμβολο εξουσίας,  ήταν η ράβδος με την οποία χώριζε τα νερά στην Ερυθρά θάλασσα των περιστάσεων, ώστε να γλυτώνουμε εμείς από τα άρματα των λογισμών και των πειρασμών.

Πνευματικό τέκνο του οσίου Φιλοθέου Ζερβάκου, και αρχικά μοναχός της μονής του Οσίου Δαβίδ, έγινε από το 1977 νέος κτήτωρ της μονής Κουτλουμουσίου, κατορθώνοντας τα ανέλπιστα διά πυρός και σιδήρου. Μίλησε με τον τόπο και τις πέτρες και τη Φοβερά Προστασία, και το σημαντικότερο, έγινε κτήτωρ πολλών ψυχών.

Ήπιε πικρά ποτήρια, βίωσε θλίψεις, διαψεύσεις, δοκιμασίες, προδοσίες. Αλλά στις ψυχές που είναι εργαστήρια καλοσύνης το πικρό μεταστοιχειώνεται σε γλυκύτητα. Η γεύση του παραδείσου χωνεύει στην ήρεμη σιωπή της κάθε αλλότριο στοιχείο. Αυτό ήταν και η παρακαταθήκη του.

Όποιος αγάπησε πολύ, χάνεται στην Ανατολή. Μέσα στο φως αυτό και ο γέρων Χριστόδουλος είναι εγγύτερα και μας φωτίζει. Έφυγε αθόρυβα, γιατί εδώ και αρκετούς μήνες είχε φύγει, δεν ανήκε πλέον σ’ αυτόν τον κόσμο, είχε χαθεί στην προσευχή και στην πρεσβεία υπέρ του κόσμου. Ετάφη αθόρυβα, και πολλοί από μας αποδώσαμε μακρόθεν τον ύστατο νοερό ασπασμό, με την προσμονή της αναστάσιμης αντάμωσης, όπως ακριβώς υποσχόταν και το φωτεινό του πρόσωπο.

Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος
Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Φανερωμένης Νάξου